- σοφιστές
- Με τον όρο αυτό νοούνται εξέχουσες προσωπικότητες της αρχαίας ελληνικής φιλοσοφίας και σκέψης (οι περισσότεροι έζησαν τον 5o αι. π.Χ.), οι οποίες συνιστούν ένα πολυσύνθετο και αρκετά ποικίλων αποχρώσεων πολιτιστικό κίνημα, μεγάλης ιστορικής σημασίας. Αν η τρέχουσα σημερινή σημασία της λέξης «σοφιστής» είναι κυρίως αρνητική και χαρακτηρίζει κατά κανόνα εκείνον που περίτεχνα ή απατηλά λεπτολογεί στην επιχειρηματολογία του για να «νικήσει» τον συνομιλητή του, αυτό οφείλεται στην κυριαρχική βαρύτητα που απέκτησε στην πολιτιστική μας παράδοση η αντισοφιστική πολεμική, που άσκησαν με τόσο πάθος ο Σωκράτης και ο Πλάτων. Στην πραγματικότητα, ο όρος σοφιστής στην αρχή σήμαινε «σοφός, ικανός, αρμόδιος» και με την έννοια αυτή τον χρησιμοποιούσαν εκείνοι που τον απέδιδαν στον εαυτό τους. Οι αρχές του κινήματος των σ. συνδέονται στενά με το μεγάλο εκείνο πολιτικό και κοινωνικό κίνημα, που σχεδόν σε όλη την Ελλάδα και στις αποικίες (εκτός από τις δωρικές και τις σπαρτιατικές περιοχές) έφερε στην εξουσία δημοκρατικά καθεστώτα και άνοιξε έναν μεγάλο δρόμο ανανέωσης σε όλα τα πεδία (ακόμα και στη γνώση) και ριζοσπαστικής κριτικής όλης της παράδοσης και της ίδιας της έννοιας της εξουσίας: απ’ εδώ προέρχεται ο συχνός παραλληλισμός της εποχής των σ. με την εποχή του διαφωτισμού των νεότερων χρόνων. Η νέα κατάσταση απαιτούσε νέο τρόπο σκέψης και –όπως έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες– νέα «αρετή», με την τυπική έννοια της «ικανότητας» και «επιτηδειότητας», που μπορούσαν να αποκτήσουν όλοι, αν έπαιρναν την κατάλληλη μόρφωση. Συγχρόνως, εφόσον η ελληνική δημοκρατία της εποχής εκείνης ήταν άμεση και όχι αντιπροσωπευτική, όλοι είχαν τη δυνατότητα να μετέχουν άμεσα στις δημόσιες αποφάσεις, γεγονός που είχε ως συνέπεια ότι καθένας μπορούσε να επιβάλει τη γνώμη του, στηριζόμενος μόνο στην πειστικότητα των λόγων με τους οποίους την υποστήριζε. Οι σ., παρουσιαζόμενοι ταυτόχρονα ως δάσκαλοι της αρετής και ως δάσκαλοι ρητορικών λόγων, είναι οι πιστοί ερμηνευτές της εποχής τους. Και αυτό είναι το κοινό χαρακτηριστικό όλων των σημαντικότερων εκπρόσωπων του κινήματος αυτού, παρά την ποικιλία των ιδιαίτερων θέσεών τους: του Πρωταγόρα από τα Άβδηρα, του Γοργία του Λεοντίνου, του Πρόδικου από την Κέα, του Ιππία του Ηλείου, του Αντιφώντα (480-411) κλπ. Γύρω από το διπλό αυτό κριτήριο αναπτύχθηκαν οι διάφορες ξεχωριστές θεωρίες, με τις οποίες οι σ. ήθελαν να το ολοκληρώσουν: ο γνωσεολογικός υποκειμενισμός, ο ηθικός σχετικισμός, η υποτίμηση των μεγάλων φυσιοκρατικών υποθέσεων, το κυριαρχικό ενδιαφέρον για τα ανθρώπινα ζητήματα, η αντιπαράθεση εκείνου που υπάρχει από τη φύση προς εκείνο που υπάρχει μόνο κατά σύμβαση, οι διάφορες ρητορικές, γλωσσολογικές και διαλεκτικές θεωρίες. Αυτό εξηγεί πως μεταξύ των επίγονων του κινήματος αυτού (της λεγόμενης «δεύτερης γενεάς των σ.») ακριβώς τα ηθικοπολιτικά και ρητορικοδιαλεκτικά προβλήματα απέκτησαν τις ριζικές εκείνες διατυπώσεις και τις παράδοξες εκείνες λύσεις που ιστορικά δικαιολογούν την οξύτατη πολεμική και τη δριμύτατη ειρωνεία του Πλάτωνα: όπως π.χ. ο αμοραλισμός ενός Θρασύμαχου και ενός Καλλικλή ή η ακροβατική επιχειρηματολογία ενός Ευθύδημου ή ενός Διονυσιόδωρου. Από το κίνημα αυτό πρέπει να ξεχωρίσουμε καθαρά το κίνημα της λεγόμενης «δεύτερης σοφιστικής», που ήταν κυρίως ρητορικολογοτεχνικό και η ακμή του κράτησε από τον 2o έως τον 4o αι. μ.Χ. και του οποίου κορυφαίος εκπρόσωπος είναι ο Λουκιανός.
Dictionary of Greek. 2013.